Η καλλιτεχνική δραστηριότητα, από την εποχή ακόμη των Ελλήνων
φιλοσόφων Πλάτωνα και Αριστοτέλη, μας δίνει να καταλάβουμε ότι η τέχνη είναι
αναπαράσταση καταστάσεων δυο πραγμάτων της φύσης και των ανθρώπων. Ένα άγαλμα,
ένας πίνακας ζωγραφικής, ποίημα, λογοτεχνικό έργο ή μια μουσική σύνθεση, όλα
αυτά και όχι μόνο, θέλουν να μας μεταφέρουν χρώματα, μορφές, ήχους, καθώς και
διάφορες καταστάσεις από τη ζωή, που τραβούν την προσοχή μας. Παρατηρούμε ότι
όσο πιο πιστό σε αυτό που θέλει να μας μεταφέρει είναι ένα έργο, τόσο πιο ωραίο
είναι και είναι ωραίο, ακριβώς επειδή κατορθώνει να μας μεταφέρει την αρμονία της μορφής του αντικειμένου που
απεικονίζει, τής πράξης ή τής κατάστασης που περιγράφει.
Η ιδέα της αναπαράστασης ή τής μίμησης της φύσης σε διάφορες εκδοχές την
συναντάμε στην τέχνη της Αναγέννησης, μεταπηδά στα νεότερα χρόνια και
εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι και σήμερα, θα μπορούσαμε να πούμε για ορισμένους
καλλιτέχνες ως ακριβή μίμηση και κατά άλλους, απλά ως πρότυπο για δημιουργία
αλληγορικών έργων (μοντέρνα τέχνη).
Σάντρο Μποτιτσέλι Φτάνουμε έτσι στην εποχή που η Ιταλική τέχνη αποφασίζει να παραβγεί με την ίδια την φύση. Μέσα στους πρωτοπόρους σε αυτή την αναζήτηση ο Σάντρο Μποτιτσέλι (1446-1510), ο οποίος δημιουργεί την εποχή αυτή τούς πιο φημισμένους πινάκες του. Το 1481 πάει στη Ρώμη μετά από κάλεσμα του Πάπα Σίξτου Δ' για να διακοσμήσει μαζί με άλλους διάσημους ζωγράφους το παρεκκλήσι της Καπέλα Σιξτίνα. Ο Σάντρο Μποτιτσέλι έχει ως θέματα τής ζωγραφικής του σκηνές από την ζωή του Μωυσή και του Χριστού. Το 1482 επιστρέφει στη Φλωρεντία και ξεκινά να ζωγραφίζει θέματα που του ήταν πιο αρεστά όπως: αρχαίες αλληγορίες, Παναγίες και εικόνες βωμών.
Η Στέψη της Παρθένου
Βρίσκεται στην πιο παραγωγική του περίοδο και δημιουργεί αρκετά αξιόλογα έργα, μερικά από αυτά είναι: «Η γέννηση της Αφροδίτης», «Παναγία με το ρόδι», «Η στέψη της Παρθένου», «Ο Ευαγγελισμός». Την αμέσως επόμενη χρονιά 1483, φτιάχνει τέσσερις σκηνές, βασισμένες στο Δεκαήμερο του Βοκάκιου, παραγγελία από τον Αντόνιο Πούτσι, πλούσιο έμπορο από την Φλωρεντία, που ήθελε να δώσει τούς πίνακες ως δώρο για το γάμο του γιου του, Τζιανότσο. Τα έργα απεικόνιζαν την ιπποτική ιστορία αγάπης με πρωταγωνιστή τον ήρωα Ναστάζιο ντέλι Ονέστι. Τα επόμενα χρόνια, ολοκληρώνει αρκετά αλληγορικά έργα, με θέματα δανεισμένα από τη μυθολογία, παράλληλα όμως δεν εγκαταλείπει τις θρησκευτικές συνθέσεις. Εδώ ανήκει και ένα από τα σημαντικότερα έργα του ζωγράφου μας, που επηρεασμένος από τις νεοπλατωνικές ιδέες τής αυλής του Λαυρεντίου του μεγαλοπρεπούς, δημιουργεί την αναδυόμενη Αφροδίτη ή την Γέννηση της Αφροδίτης (Ιταλικά: La nascita di Venere), έχοντας ως οδηγού του τον οικείο αρχαίο ελληνικό μύθο. Όταν ο Κρόνος πήρε τη βασιλεία από τον πατέρα του τον Ουρανό, έκοψε τα γεννητικά του όργανα και τα πέταξε στη θάλασσα. Από τους αφρούς της θάλασσας αναδύθηκε κοντά στην Κύπρο (σύμφωνα με την επικρατέστερη παράδοση), η θεά Αφροδίτη. Το έργο φιλοτεχνήθηκε περίπου το 1485 ή 1486 για λογαριασμό του πλουσίου εμπόρου Λορέντζο Ντι Πιερφραντσέσκο ντε Μέντισι.
Η αίσθηση που δημιουργείται για τον καλλιτέχνη και το έργο, κρίνεται ως θετική μια και το θέμα που αποτύπωσε στον πινάκα του, για οποίον το βλέπει είναι άμεσα κατανοητό. Θεωρείται σχεδόν βέβαιο, ότι πρέπει να είχε πληροφορίες για το πώς απεικόνιζαν οι αρχαίοι την γέννηση της Αφροδίτης.
Ο Μποτιτσέλι απεικονίζει την Αφροδίτη να στέκεται σε ένα κοχύλι που επιπλέει, ενώ ο Ζέφυρος και η Αύρα την οδηγούν στη στεριά μέσα σε μια βροχή από ρόδα, ενώ την ώρα που ετοιμάζεται να πατήσει στεριά μια από τις Ώρες ή τις Νύμφες, την περιμένει για να την καλύψει με ένα μανδύα. Το έργο είναι μια πανδαισία χρωμάτων και ομορφιάς, σε μια μοναδικά αρμονική σύνθεση
Ο Μποτιτσέλι φαίνεται ότι πέτυχε εκεί οπού απέτυχε ο Πολλαγιουόλο, ο οποίος όμως θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι ο Μποτιτσέλι για να πετύχει αυτή την αρμονία, θυσίασε κάποιες από τις κατακτήσεις και κανόνες που ο ίδιος είχε διαφυλάξει. Πράγματι, οι φιγούρες στο έργο είναι λιγότερο στέρεες και όχι και τόσο σωστά σχεδιασμένες. Η Αφροδίτη του Μποτιτσέλι όμως είναι εξαιρετικά όμορφη, σε τέτοιο σημείο μάλιστα που βλέποντας το έργο δεν προσέχεις τον αφύσικα μακρύ λαιμό της, τούς χαμηλούς ωμούς και τον περίεργο τρόπο με τον οποίο ενώνεται το αριστερό χέρι με τον κορμό. Μήπως όμως οι ελευθερίες του δημιουργού σε σχέση με την φύση, δημιουργούν ένα τελικά χαριτωμένο περίγραμμα και προσθέτουν στην συνολική ομορφιά, τονίζοντας το αιθέριο πλάσμα που αναδύεται από τούς αφρούς τής θάλασσας και εντελή εξαφανίζει όποια καλλιτεχνική ατέλεια μέσα στο γενικό πλαίσιο, επειδή ενισχύουν την αίσθηση ενός απέραντου και αβρού πλάσματος, που έφτασε στις ακτές των θνητών ως δώρο των θεών. Ο συγκεκριμένος πίνακας αποτελεί μια από τις πιο άρτιες αισθητικά δημιουργίες του Φλωρεντίανου καλλιτέχνη και συνιστά μια νεοπλατωνική αλληγορία, βασισμένη στην αντίληψη της αγάπης ως γενεσιουργού δύναμης.
Ποιο όμως ήταν το μοντέλο του, για να δημιουργήσει αυτό τον πανέμορφο από όλες τις απόψεις πίνακα; Που ακόμη και οι ατέλειες του τον κάνουν τέλειο!. Ορισμένοι μελετητές πιστεύουν πως πρόκειται για ύμνο στην αγάπη του Ουλιάνοφ Ντι Πιέρο των Μεδίκων για τη Σιμονέττα Κατανέο Βεσπούτσι που ζούσε στο Πόρτο Βένερε (Λιμάνι της Αφροδίτης), μια παραθαλάσσια πόλη για την οποία μια τοπική παράδοση λέει, πως εκεί είναι η περιοχή όπου γεννήθηκε η Αφροδίτη. Εδώ να σημειώσουμε πως ο Μποτιτσέλι αγαπούσε μυστικά και ο ίδιος την όμορφη Σιμονέττα, που ήταν ερωμένη ευγενούς από την οικογένεια των Μεδίκων. Ίσως αυτός να είναι ο λόγος που την χρησιμοποίησε ως μοντέλο για την θεά Αφροδίτη. Φαίνεται ότι για άλλη μια φορά ο ανθρώπινος έρωτας και μάλιστα ο ανεκπλήρωτος, γίνεται η αιτία δημιουργίας ενός καλλιτεχνικού θαύματος.
Ας αφήσουμε στην άκρη το ρομαντισμό για να δούμε την πραγματικότητα που μας λέει ότι, το θέμα της Αφροδίτης είναι σαφώς παγανιστικό και μάλιστα σε μια εποχή που τα περισσότερα έργα τέχνης απεικόνιζαν Ρωμαιοκαθολικά θέματα. Είναι αντίφαση; Πιστεύω πώς όχι, μια και είναι η περίοδος που η ανακάλυψη του έργου των λατίνων συγγραφέων του Βιργιλίου και του Οβιδίου έδωσαν ώθηση, ώστε να επανακάμψουν οι θεοί του δωδεκάθεου στις εικαστικές τέχνες. Από την άλλη η Ιταλική κοινωνία προσπαθεί να ανασυστήσει το μεγαλείο τής αιώνιας πόλης (Ρώμη), διαδίδοντας τούς κλασσικούς μύθους τής αρχαιότητας. Μέσα σε αυτό το κλίμα αρχαιολατρίας, θεωρείται εύλογη η στάση των πιο μορφωμένων να παροτρύνουν τούς ζωγράφους τής εποχής σε ανασύνθεση χαμένων έργων τής αρχαιότητας.7 Οι παθογένειες όμως τής μεσαιωνικής εποχής κρατούν ακόμη. Ορισμένα από τα έργα του φλωρεντινού ζωγράφου, πέφτουν θύματα αυτής τής λογικής εξαιτίας των θεμάτων τους. Ευτυχώς η Αφροδίτη σώθηκε χάρη στην επιρροή του Λαυρεντίου των Μεδίκων. Σήμερα το πρόσωπο της Αφροδίτης απεικονίζεται στο δεκάλεπτο των ιταλικών κερμάτων ευρώ.
Ένα από τα χαρακτηριστικά της ζωγραφικής του Μποτιτσέλι είναι η ικανότητα τής αποκάλυψης. Σε αυτό το έργο του Μποτιτσέλι άλλα και σε κάθε έργο του, μπορούμε να παρατηρήσουμε μια όψη της γεμάτης αντιφάσεις κοινωνίας της Ιταλίας της Αναγέννησης, περίπου προς το τέλος του 15ου και στις αρχές του 16ου αιώνα. Το έργο του Μποτιτσέλι δείχνει την επιρροή των δύο τάσεων στη Φλωρεντία της τότε εποχής:
α) Την μεγαλοπρέπεια της αναγεννησιακής Αυλής των Μεδίκων. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1470 χρονολογούνται οι σχέσεις του Μποτιτσέλι με το περιβάλλον των Μεδίκων, στο οποίο ανθούσαν οι ιδέες του Νεοπλατωνισμού, και στο οποίο πολιτισμικό κλίμα και περιβάλλον, συμμετείχε άμεσα, μάλιστα, έγινε ο επίσημος ζωγράφος τους, δίνοντας με τους πίνακές του μορφή στις ιδέες του νεοπλατωνισμού.
β) Του Σαβοναρόλα, του καλόγερου - δικτάτορα (οι καλλιτέχνες όφειλαν να εργάζονται μόνο για τη δόξα του Θεού), που κήρυττε την εγκατάλειψη κάθε πολυτέλειας και κοσμικότητας και τηναναγκαιότητα γενικευμένης μεταμέλειας ενάντια στη διαφθορά. Σε αυτές τις αντίθετες τάσεις ο Μποτιτσέλι με την κατάλληλη γνώση από τις εμπειρίες του, καθώς και την απαραίτητη δεξιοτεχνία του, κατόρθωσε να τις αφομοιώσει αποδίδοντας στοιχεία και των δύο. Μπορεί σε κάποια έργα του να εμφύσησε τον προοδευτικό ουμανισμό της αριστοκρατικής άρχουσας τάξης, σε άλλα όμως δεσπόζει ξεκάθαρα η πνευματικότητα του Μεσαίωνα. Τελικό όμως αποτέλεσμα αυτής τής αφομοίωσης ή του παντρέματος δυο διαφορετικών στοιχείων, είναι η δημιουργία έργων, όπως η Γέννηση της Αφροδίτης.
Ήδη είχε κάνει αυτό που ονομάζουμε όνομα, για περαιτέρω ανάδειξη του έλειπε κάποιος που να συμμερίζεται τα αρχιτεκτονικά του σχέδια για να ανταγωνιστεί τα ρωμαϊκά κτίρια. Αυτό το πρόσωπο βρέθηκε στον Πάπα Ιούλιο το Β' που ήταν άνδρας με φιλοδοξίες και του ανάθεσε έργα μεγάλης κλίμακας. Μετά τον θάνατο του Ιουλίου Β' (1513), τέθηκε στην υπηρεσία του διαδόχου του Λέοντα Ι', ήταν όμως ήδη ηλικιωμένος και άρρωστος και έναν χρόνο αργότερα πέθανε. Ο Donato Bramante με τα μεγαλόπνοα έργα που σχεδίασε χαρακτηρίστηκε ως εκπρόσωπος τής θρησκευτικής αρχιτεκτονικής της Αναγέννησης στη Ρώμη. Πριν από αυτά όμως, είχε πραγματοποιήσει πρώτα μια σειρά άλλων έργων, που παρά τις συχνά περιορισμένες διαστάσεις τους χαρακτηρίζονται ως ώριμα και επιβλητικά, ένα από αυτά είναι ο ναός του San Pietro in Montorio.
Σε αυτό το ναό που χτίστηκε το έτος 1502 ο Bramante ενσωματώνει βασικά μορφολογικά στοιχεία από την Αρχαιότητα. Αυτό οφείλεται στις επιδράσεις που είχε από την αρχαία αρχιτεκτονική της Ρώμης.11 Αψευδείς μάρτυρες αυτού του επηρεασμού, η εξαίσια αρχιτεκτονική σύμπτυξη της ιστορικότητας της Ρώμης και του χριστιανικού ιδεώδους, με την δημιουργία ενός πρότυπου έργου, με 16 δωρικούς κίονες σε κρηπίδα, που φέρουν ψηλό τρούλο. Με αυτό τον τρόπο ο αρχιτέκτονας, μας μεταβιβάζει ακουσία ή όχι, την συνέχεια τής μίας θρησκείας μέσα από την άλλη. Τώρα πλέον τα αρχιτεκτονικά στοιχεία των ναών του δωδεκάθεου δεν είναι προς αποφυγή, άλλα υποστηρίζουν και κοσμούν τούς χριστιανικούς ναούς, δημιουργώντας ένα νέο αρχιτεκτονικό κράμα. Ο ναός του San Pietro in Montorio θεωρείται το έμβλημα του τελειωμένου αναγεννησιακού ιδεώδους.
Εδώ να αναφέρουμε ότι ο Bramante είναι ο αρχιτέκτονας που έφτιαξε τα σχέδια της τεράστιας επέκτασης στο Παλάτι του Βατικανού και τα νέα σχέδια για την ανοικοδόμηση τής βασιλικής του Αγίου Πέτρου. Ο ναός ξεκίνησε να κατασκευάζεται σε σχέδια του Bramante, για να συνεχιστεί από τον Μιχαήλ Άγγελο (σχέδιο τρούλου) και τελικά να ολοκληρωθεί μετά από εκατό χρόνια από τον Κάρλο Μοντέρνο στα μέσα του 17ου αι. Πρώτα οι βασιλικές αυλές, μετά από αυτές τα μοναστήρια, γίνονται μέτοχοι σε αυτό που σήμερα ονομάζουμε μετάβαση από το μεσαίωνα στην αναγέννηση τής Ευρώπης. Μια πνευματική εξέλιξη που περνάει μέσα από έργα λογοτεχνίας, ζωγραφικής, αρχιτεκτονικής, οπού νέες ιδέες και απόψεις δοκιμάζονται και εφαρμόζονται. Η μακριά περιπέτεια του σκοταδισμού αρχίζει να απομακρύνεται οριστικά και την θέση του φανατισμού παίρνει ο σκεπτόμενος άνθρωπος, και όταν σκέπτεσαι δημιουργείς, είτε παρατηρώντας τα όσα συμβαίνουν γύρω σου: κοινωνία, πολίτικη, φύση, θρησκεία, είτε τα όσα συμβαίνουν στο εσωτερικό σου: ερωτάς, χαρά, λύπη. Αποτέλεσμα τής σκέψης και τής δημιουργικής παρατήρησης, είναι η κατασκευή και φιλοτεχνία έργων που θαυμάζονται μέχρι και σήμερα. Οι καλλιτέχνες πήραν ιδέες μιμούμενοι την φύση και όχι μόνο. Οι αρχιτέκτονες χρησιμοποιούν στα έργα τους αρχιτεκτονικές μνήμες από την αρχαία Ρώμη και Ελλάδα. Η εκκλησία μέσα από τον Πάπα δείχνει εξαιρετικά φιλόδοξη, αναθέτοντας μεγαλεπήβολα αρχιτεκτονικά έργα. Και τέλος οι λόγιοι ανακαλύπτουν τούς αρχαίους συγγραφείς και την φιλοσοφία τους.
Βιβλιογραφία
1. Arnold hauser, Κοινωνική Ιστορία τής Τέχνης, μτφ. Τάκη Κονδύλη, τόμος Α', Εκδόσεις: Κάλβος, Αθήνα 1980. 2. https://el.wikipedia.org 3. Δρ. Αλμπάνη Τζένη & Δρ. Μαριλέννα Κασιμάτη, Η Ιστορία των Τεχνών στην Ευρώπη. Τόμος Α΄, Β΄ έκδοση ΕΑΠ. 4. Ε.Η. COMBRICH, ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΌ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, μτφ. Λίνα Κασδάγλη. Αθήνα 1994. 5. www.livepedia.gr 6.www.britannica.com
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου