Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Παπαδιαμάντης "όνειρο στο κύμα", Καβάφης "η πόλις", Παλαμάς "αγορά"


                                                                                                                                                                                   Αποτέλεσμα εικόνας για αλεξανδροσ παπαδιαμαντησ ονειρο στο κυμα                                                                                                              
                                                                                                              Του Βενετσάνου Γιώργου 
                                                                                          
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης «όνειρο στο κύμα»  
  Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης ως ο κυριότερος εκπρόσωπους του ηθογραφικού διηγήματος, στρέφεται προς την ύπαιθρο με στόχο την περιγραφή και την απεικόνιση των ηθών και των εθίμων του ελληνικού λαού, αλλά και τις εικόνες φυσικού κάλλους, μάλιστα κάνοντας αρκετές φόρες και χρήση της γλώσσας του λαού, τα μετατρέπει σε αφηγηματικό υλικό, μεταφέροντας μας το αίσθημα της ανεξαρτησίας, ελευθερίας και ευδαιμονίας που χαρίζει η ελληνική φύση, με ένα ρεαλισμό που εκπλήσσει ευχάριστα  τον αναγνώστη όπως στο έργο του «όνειρο στο κύμα», «Χωρίς να το ήξεύρω, ήμην εύτυχής…. Ήμην ωραίος έφηβος, κ’ έβλεπα το πρωϊμως στρυφνόν, ήλιοκαές πρόσωπόν μου να γυαλίζεται είς τά ρυάκια και τάς βρύσεις,  κ’ έγύμναζα το εύλύγιστον, ύψηλόν άνάστημά άνα τους βράχους και τα βουνά», «Ήσθανόμην γλύκαν, μαγείαν άφατον, έφανταζόμην τον έαυτόν μου ώς νά ήμην έν μέ τό κύμα, ώς νά μετείχον τής φύσεως αύτο, τής ύγράς καί άλμυράς καί δροσώδους…». Η καθημερινή ζωή των απλών ανθρώπων γίνεται πεδίο μελέτης για τον Παπαδιαμάντη ιδίως όταν αναφέρεται στην ανιψιά του κυρίου Μόσχου «Μικρή έπήδα άπό βράχον είς βράχον, έτρεχεν άπό κολπίσκον είς κολπίσκον, κάτω είς τον αίγιαλόν, έβγαζε κοχύλια, κ’ έκυνηγούσε τα καβούρια…».                                                                                                 
Ως γλώσσα του διηγήματος χρησιμοποιείται η καθαρεύουσα, πιθανόν για την ακριβολογία της και το πλούσιο λεξιλόγιό της, παράλληλα όμως δανείζεται λέξεις στην αφήγηση του από την δημοτική και υιοθετεί τη λαϊκή γλώσσα, όταν  χρησιμοποιεί διάλογους των απλών ανθρώπων, μας τους μεταφέρει στη δημοτική  και μάλιστα στην ντοπιολαλιά «Δέ σ’ άκουσα ποτέ μου να παίζης το σουραύλι!... Βοσκός και να μην έχη σουραύλι, σάν παράξενο μού φαίνεται…». Η επιλογή του να χρησιμοποιεί λαϊκή και καθαρεύουσα δημιουργεί μια μεικτή γλώσσα, που δίνει ξεχωριστό ύφος στο διήγημα του.  Ο Παπαδιαμάντης πέρα από το ηθογραφικό του υπόβαθρο, έχει μεταφέρει στο χαρτί και κάποια στοιχεία του χαρακτήρα των νεοελλήνων που θα μπορούσαμε να τα ονομάσουμε νεοελληνική λαϊκή μυθολογία, ενώ η στενή σχέση του με την Εκκλησία που είχε από τα παιδικά του χρόνια από τον ιερέα πατέρα του (γιος ιερέα, ψάλτης και υποψήφιος καλόγερος), τον βοήθα να περνά στο διήγημα του, θρησκευτικά θέματα χωρίς όμως έντονους επηρεασμούς από την θρησκευτική γλώσσα «κ’ έλεγεν: «Είς το όνομα του Πατρός και του Υίού και τού Αγίου Πνεύματος, σπέρνω αυτό το χωράφι, γιά να φάνε όλ’ οί ξένοι κ’ οί διαβάτες,… καί να πάρω κ’ εγώ τον κόπο μου!», σε μια προσπάθεια πιστεύω να δείξει όσο γίνεται πιο ρεαλιστικά την θρησκευτικότητα του ήρωα του, ανιχνεύοντας παράλληλα τον χαρακτήρα του και φανερώνοντας μας τον πόθο και το συναίσθημα του. 
  Ο Παπαδιαμάντης σε αυτό το έργο χρησιμοποιεί επίμονα το κτητικό «η άκτή μου… το κατάμερον… ήτον ίδικόν μου…». Εδώ η κτητική αντωνυμία που χρησιμοποιεί ο ποιητής, είναι φανερό  ότι δεν εκφράζει ιδιοκτησία με την ένια του νομικού δίκαιου, αλλά με το συναίσθημα. Η επιρροή που του ασκεί ο ευρωπαϊκός ρομαντισμός, γίνεται η δημιουργός αιτία να μας προσφέρει σκηνές απόλυτου ρομαντισμού «όπου έσχημάτιζε χίλίους γλαφυρούς κολπίσκους καί άγκαλίτσες τό κύμα, καί δαιδάλους τού νερού, τό όποίον είσεχώρει μορμυρίζον, χορεύον μέ άτάκτους φλοίσβους και άφρούς, όμοιον μέ τό βρέφος τό ψελλίζον…».
 Παρατηρούμε επίσης ότι προβάλλει πολλές φορές τον ανέφικτο έρωτα «Δέν ήτο βάρος έκείνο τό φορτίον τό εύάγκαλον, άλλ’ ήτο άνακούφισις και άναψυχή…
Ήμην ό άνθρωπος, όστις κατώρθωσε να συλλάβη μέ τάς χείράς του πρός στιγμήν έν όνειρον, τό ίδιον όνειρον του…».  
Με ώμο ρεαλισμό γράφει για την απέχθεια που αισθάνεται για τον πολιτισμό των πόλεων «Μεγάλην προκοπήν, εννοείται, δεν έκαμα….έργαζωμαι ώς βοηθός…είς τό γραφείον έπιφανούς τινος  δικηγόρου και πολιτευτού έν Άθήναις, τόν  οποίον μισώ,…κατέχω πλησίον τού δικηγόρου μου, θέσιν οίονεί αύλικού.». Επιθυμεί την επιστροφή του στο νησί νοσταλγεί το παρελθόν το οποίο διατηρεί ολοζώντανο στη μνήμη του και έτσι μας το μεταφέρει «Ώ! Άς ήμην άκόμη βοσκός είς τά όρη!..», «Ή τελευταία χρονιά πού ήμην άκόμη φυσικός άνθρωπος ήτον τό θέρος έκείνο τού έτους 187…».      

                                                           Αποτέλεσμα εικόνας για Κωνσταντίνος Καβάφης «Η πόλις»                                                
Κωνσταντίνος Καβάφης «Η πόλις»                                                                                                   
Ο Καβάφης από τις πρώτες λέξεις του ποιήματος μας εισάγει σε ένα πλαίσιο συνομιλίας, που καθορίζει τη δομή του ποιήματος ως διαλογικό, μέσα από αυτή τη δομή του ποιήματος καταφέρνει να βγάλει προς τα έξω το αίσθημα απελπισίας  που αισθάνεται και η οποία διαπερνά όλο του το είναι «Θὰ πάγω σ’ ἄλλη γῆ, θὰ πάγω σ’ ἄλλη θάλασσα.…». Οι σκέψεις του για να βελτιωθεί η ζωή του αποδείχθηκαν μάταιες. Ενώ η προσδοκία που είχε για να ξεφύγει από τις εσφαλμένες επιλογές του παρελθόντος και να βαδίσει σε νέα πορεία, κατέληξαν σε αποτυχία. Καρδιά και μυαλό μαραίνονται και στο τέλος νεκρώνονται «Κάθε προσπάθεια μου μιὰ καταδίκη εἶναι γραφτή· / κ’ εἶν’ ἡ καρδιά μου – σὰν νεκρός – θαμένη ». Όλη η ζωή του αποδεικνύεται ένα ψέμα που τον φυλακίζει σε μια σκληρή πραγματικότητα γεμάτη απογοήτευση και αποτυχίες «ἐρείπια μαῦρα τῆς ζωῆς μου βλέπω ἐδῶ, / ποῦ τόσα χρόνια πέρασα καὶ ρήμαξα καὶ χάλασα».                            
Στη δεύτερη στροφή του ποιήματος έχει γίνει πλέον βεβαιότητα το γεγονός ότι δεν υπάρχει κανένας τρόπος διαφυγής από τα λάθη του παρελθόντος. Δεν υπάρχει καμιά ελπίδα για να βρεθούν νέοι φωτεινοί προορισμοί, καινούριες πολιτείες και άλλες θάλασσες «δὲν θὰ βρεῖς, δὲν θὰ ’βρεις ἄλλες θάλασσες». Οι επιλογές του παρελθόντος θα τον καταδιώκουν πάντα και εκείνος πρέπει να συμβιβαστεί με την ιδέα της αδυναμίας του και να αλλάξει ότι μέχρι τώρα έχει δημιουργήσει. Φαίνεται όμως ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να απαλλαγεί από τον ίδιο του τον εαυτό, που βάδισε με λανθασμένες εκτιμήσεις, για αυτό και είναι καταδικασμένος να επιστρέφει ξανά και ξανά στα ίδια λάθη «Πάντα στὴν πόλι αὐτὴ θὰ φθάνεις. Γιὰ τὰ ἀλλοῦ – μὴ ἐλπίζεις – δὲν ἔχει πλοῖο γιὰ σέ, δὲν ἔχει ὁδό», κατέστρεψε τη ζωή του και θα υποστεί τη βαριά  συνέπεια να μην έχει πλέον περιθώριο να κάνη αλλαγές. Δεν μπορεί να αποφύγει το παρελθόν ούτε και να διαφοροποιήσει το μέλλον του αφού δεν έχει τη δύναμη να αλλάξει τον εαυτό του. «Ἔτσι ποὺ τὴ ζωή σου ρήμαξες ἐδῶ  στὴν κώχη τούτη τὴν μικρή, σ’ ὅλην τὴν γῆ τὴν χάλασες», αυτή η κατάληξη σφραγίζει την απαισιοδοξία του ποιήματος στο σύνολο του, ένα χαρακτηριστικό στοιχείο που δεν απαντάται, τουλάχιστο στο σύνολο του ποιήματος του Παλαμά.    
                                   
Αποτέλεσμα εικόνας για Κωστής Παλαμάς «αγορά»

Κωστής Παλαμάς «αγορά»
   Ο ποιητικός λόγος του Παλαμά μας δείχνει την επιθυμία του για ζωή, αλλά μια ζωή γαλήνια και ήρεμη. Η χρήση των λέξεων «Πάντα διψάς - όπως διψάει το πρωτοβρόχι» στοχεύει να δώσει στον αναγνώστη την αίσθηση του ότι κάτι απουσιάζει από τον γράφοντα και υπάρχει ανάγκη να αναπληρωθεί από κάτι άλλο. Αυτό της ήρεμης, γαλήνιας ζωής «στεγνή καλοκαιριά - το βλογημένο σπίτι», «αγάπης κι αρνησιάς ζωούλα σε μια κόχη.». Επιζητά επίσης την δυνατότητα για πνευματικές ενασχολήσεις «μια κρυφή ζωή σα δέηση ερημίτη», και θέλει να έχει ελευθερία για να αποκτά εμπειρίες και να δημιουργεί «Διψάς και το καράβι που το πέλαο το΄χει». Ωστόσο με λιτή, και μονολεκτική άρνηση «και το καράβι και το σπίτι σου είπαν· «Όχι!» διαπιστώνει πως αυτά που ήθελε δεν εκπληρώθηκαν, αφού το μόνο που βίωσε ήταν η ενασχόλησή του με εργασίες σκληρές, βαρετές, ανιαρές, που δε του δίνουν τη δυνατότητα της ηθικής και ψυχική ικανοποίησης. Νομίζει πως η εικόνα του θυμίζει ταπεινωμένο σκλάβο «Μόνο τ' αλάφιασμα του σκλάβου που δουλεύει·». Είναι εμφανής εδώ η απογοήτευση του, ενώ την εργασία ως προς το ζην την νιώθει σαν δουλεία που τον έχει αποκόψει από τον κοινωνικό του περίγυρο και μειώνει την προσωπικότητά του «σέρνε στην αγορά τη γύμνια του κορμιού σου,». Αισθάνεται ξένος απέναντι στους συνεργάτες του και τους ομότεχνους του, που έχουν την πολυτέλεια μόνο των πνευματικών αναζητήσεων «ξένος και για τους ξένους και για τους δικούς σου».                                             
 Στην αγορά του Παλαμά παρατηρούμε ότι ο ποιητής αφήνει την εντύπωση του διάλογου αλλά όχι και της αντιφατικότητας, ενώ οι επαναλαμβανόμενες λέξεις εδώ «καράβι», «σπίτι» «διψάς» όπως και στο ποίημα του Καβάφη μας δίνουν την εντύπωση ότι γίνεται ένας φανταστικός διάλογος του  ποιητή με τον εαυτό του, ο οποίος μας μεταφέρει, από την ελπίδα στην απογοήτευση και μετά στην πίκρα, ενώ στον Καβάφη το όλο ποίημα του είναι μια συνεχόμενη αφηγηματική απογοήτευση.  
  Γενικά οι δυο ποιητές αντλούν θέματα από την αθηναϊκή σχολή του 19ου αιώνα.  
Εκμεταλλεύονται την φλέβα αυτοοικτιρμού τους, που είναι φανερός στα ποιήματα τους, ενώ επιθυμούν οι αισθητικές τελειότητες του έργου τους να είναι όσο γίνεται καλύτερες. Και οι δυο παρουσιάζονται ως εξόριστοι της κοινωνίας, ειδικά στα πρώτα χρόνια της ζωής τους. Αυτό δεν σημαίνει ότι συμπίπτουν παντού, ο Παλαμάς στα έργα του βάζει ετερογενή στοιχεία, θέλοντας να επιτυχή το υπερβατικό, ενώ ο Καβάφης στα έργα του θυμίζει ηλιακό πρίσμα που αντανακλά τις όποιες εμπειρίες σε αταίριαστα μεταξύ τους  χρώματα και αποχρώσεις.


Βιβλιογραφικές πηγές  
Δρ. Λάμπρος βαρέλας κ.α, Γράμματα ΙΙ Νεότερη Ελληνική Λογοτεχνία (19ος & 20ος αιώνας) β΄ έκδοση  Ε.Α.Π. Πάτρα 2008.
Λίνου Πολίτη, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ εκδόσεις: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2012.
Δρ. Μιχάλης Μπακογιάννης, Γράμματα ΙΙ, Ανθολόγιο Κριτικών Κειμένων για τη Μελέτη της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (19ος και 20ος αιώνας), εκδόσεις, ΕΑΠ Πάτρα 2008.
Εναλλακτικό Διδακτικό Υλικό για Θ.Ε: «ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΙΙ: ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ, 19ος & 20ος ΑΙΩΝΑΣ». COPYRIGHT 2005 ΕΑΠ.
www. kinosnous/home/logotechnia/paradose-kai-monternismos-sten-poiese/palamas-agora.
Roderick Beaton, Εισαγωγή στη Νεότερη Ελληνική Λογοτεχνία, εκδόσεις: ΝΕΦΕΛΗ, Αθήνα 1996.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ψάρια της Κάρλας

Η Κάρλα πριν την αποξήρανσή της, αποτελούσε ένα πολύ σημαντικό υγρότοπο, ο οποίος φιλοξενούσε μια μεγάλη ποικιλία από ανθρώπινες δραστηριότητες. Η Κάρλα με τα άφθονα ψάρια της, υπήρξε ο χώρος όπου αναπτύχθηκε ένας μοναδικός τρόπος ζωής των ανθρώπων που επί αιώνες ψάρευαν στα νερά της. Οι Καναλιώτες, κυρίως, ψαράδες αποτελούσαν μια οργανωμένη κοινωνία ψαράδων που διαιώνισαν αυτόν τον τρόπο ζωής, από πατέρα σε γιο, ως την αποξήρανση της λίμνης το 1962. Η λίμνη διέθετε τρεις ιχθυόσκαλες. Η μεγαλύτερη ονομάζονταν αποβάθρα και βρίσκονταν στην Πέτρα. Στην αποβάθρα γίνονταν η διακίνηση των ψαριών, τα οποία έφταναν ως και δεκαπέντε τόνους τη μέρα. Η δεύτερη ιχθυόσκαλα ονομάζονταν Αερανή και βρίσκονταν κοντά στον Άγιο Νικόλαο και η τρίτη, που ονομάζονταν παλαιόσκαλα, βρίσκονταν ανάμεσα στα Κανάλια και το Καλαμάκι. Στη σκάλα συγκεντρώνονταν κάθε πρωί μικροπωλητές και έμποροι απ’όλη τη Θεσσαλία για να συμμετέχουν στην πώληση των ψαριών. Τα περιζήτητα ψάρια της λίμνης πωλούνταν και στο π...

Νέος Ελληνικός κινηματογράφος "Η γλυκεία συμμορία"

«Όποιος ενώνεται με άλλον για να διαπράξει   κακούργημα (συμμορία) τιμωρείται με φυλάκιση    τουλάχιστον έξι μηνών.» (Άρθρο 187 παρ. 3 Ποινικού Κώδικα).   Βλέποντας κάποιος την ταινία «η γλυκεία συμμορία» δεν μπορεί να μην αναγνωρίσει σε αυτήν στοιχεία του νέου ελληνικού κινηματογράφου (Ν.Ε.Κ). Στοιχεία που οι πρώτοι σκηνοθέτες του είδους (στοιχειώδεις γνώσεις τεχνικής, ιστορίας, αισθητικής), τα έχουν πάρει από μια ιδιωτική σχολή, αυτήν του Λυκούργου Σταυράκου. Βέβαια δεν υπερτιμάτε ο ρόλος αυτής της σχολής, μια και οι μαθητές της συνέχισαν μετά αλλού, πλην όμως ήταν μια σχετικά καλή αφετηρία για την δεκαετία του 70. Το ευρύτερο πολιτιστικό κλίμα στην πατρίδα μας εκείνη την δεκαετία ήταν ενεργό, ενώ παρουσιάζονται και νέοι θεατρικοί συγγραφείς, παράλληλα ο Ν.Ε.Κ θριαμβεύει στο φεστιβάλ ελληνικού κινηματογράφου. Ταινίες του Παντελή Βούλγαρη, του Θεοδώρου Αγγελοπούλου της Τώνιας Μαρκετάκη κ.α αντιπαρατίθενται ως φιλμικές ιδιάζουσες γλώσσες καθώς και ως περιεχόμε...

Οι συνένοχοι και συναυτουργοί της Τουρκίας

  Επιμέλεια από Αντώνη Αντωνά. « Το τα αδύνατα διώκειν μανικόν· αδύνατον δε το τους φαύλους μη τοιαύτά τινα ποιείν » , δηλαδή  « Το να επιδιώκεις πράγματα που είναι αδύνατα είναι τρελό· και είναι αδύνατο οι φαύλοι να μην κάνουν κάτι τέτοιο » ,   Μάρκος Αυρήλιος.  ΟΙ ΔΟΛΙΟΙ ΣΥΜΜΑΧΟΙ ΜΑΣ ΚΑΙ ΕΤΑΙΡΟΙ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΠΟΙΟΥΝ ΤΗΝ ΝΙΣΣΑ, ΓΙΑ ΤΙΣ ΙΤΑΜΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΒΙΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ,  ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΡΑΠΑΙΝΙΔΑ  ή ΠΑΛΛΑΚΙΔΑ  ΤΟΥΣ ΒΑΡΒΑΡΗ ΤΟΥΡΚΙΑ. ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΠΑΡΚΑ ΕΤΟΙΜΑΖΕΙ ΚΑΙ Ο ΝΕΟΣΟΥΛΤΑΝΟΣ ΕΡΝΤΟΓΑΝ ΠΟΥ; ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΩΣ ΕΑΝ ΕΙΝΑΙ ΘΑΛΑΣΣΙΟ ΤΟΥ ΤΣΙΦΛΙΚΙ. ΠΕΡΙΚΥΚΛΩΝΕΙ ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΙΜΙΑ  ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΑΚΡΙΤΙΚΑ ΜΑΣ ΝΗΣΙΑ ΜΕ ΕΠΙΘΕΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ.  ΠΑΡΑΒΙΑΖΕΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΘΑΛΑΣΣΕΣ ΚΑΙ ΑΙΘΕΡΕΣ ΚΑΙ  ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΥΠΡΟ ΔΗΛΩΝΕΙ ΟΤΙ ΔΕΝ ΘΑ ΔΙΣΤΑΣΕΙ ΝΑ ΕΠΑΝΑΛΑΒΕΙ ΤΗΝ ΕΙΣΒΟΛΗ ΤΟΥ  ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΑ  ΕΤΣΕΒΙΤ ΤΟ 1974 ,  ΓΙΑ ΝΑ ΤΗΝ  ΚΑΤΑΛΑΒΕΙ ΟΛΟΚΛΗ Ρ Η  κλπ ,  κλπ   . ΣΕ ΚΑΤΑΠΑΤΗΜΕΝΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΧΩΜΑΤΑ ΖΟΥΝ ΣΗΜΕΡΑ ΚΑΙ ΕΧΟΥΝ ΤΟ ΘΡΑΣΟ...